Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Ποιοι είναι οι «Αφερέγγυοι και πλάνητες»του Γιώργου Αριστηνού

Πρώτη δημοσίευση:http://www.oanagnostis.gr/ποιοι-είναι-οι-αφερέγγυοι-και-πλάνητ/ 28/10/2016




Νότα Χρυσίνα(*)
Ο Γιώργος Αριστηνός στο δοκίμιό του για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό δίνει τον τίτλο «αφερέγγυοι και πλάνητες». Διατυπώνει έτσι, με τρόπο μεταφορικό, τον ορισμό του συγγραφέα.
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα περιπλανηθεί ο ίδιος ο Αριστηνός για να ορίσει τον ρόλο του συγγραφέα δίνεται από την αρχική σελίδα του βιβλίου τόσο με το απόφθεγμα του R.P. Blackmur «Η μόνη υγιής τάξη είναι αυτή που προσκαλεί και συγχρόνως ανθίσταται στην αταξία» όσο και από την παράθεση και επεξήγηση των λέξεων αφερέγγυος και πλάνης που έχουν αντιγραφεί από το λεξικό ως εξής:
Αφερέγγυος: ο αναξιόπιστος, αυτός που δεν δένεται με όρκους, κανόνες και αρχές μιας λογοτεχνικής ορθοδοξίας και ποιμαντικής.
Πλάνης: αυτός που πάσχει από ακαθισία, που αδιάλειπτα μετασταθμεύει, που δεν στρατωνίζεται πουθενά.

Ο Παπαδιαμάντης είναι το πρώτο παράδειγμα που ακολουθεί τον ορισμό του συγγραφέα που δίνει ο Αριστηνός και στον οποίο αφιερώνει τρία δοκίμια.
Αφού παραθέσει το δοκίμιο «Για τον μοντερνισμό και το μεταμοντέρνο», στο οποίο προσπαθεί να  ξεχωρίσει και να διαχωρίσει από τον μοντερνισμό τα χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου φαινομένου το οποίο είναι ακόμη σε εξέλιξη και ενώ είναι ακόμη ρευστό – εννοώ τον μεταμοντερνισμό-,  περνάει σε κριτικές, άρθρα, scripta minima που αφορούν σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς αλλά και κομβικά σημεία της εποχής. Ο Αριστηνός ασχολείται με τα «λοξά, αιρετικά ή ανορθόδοξα αυτά έργα με μια ένταση ψυχαναγκαστική» όπως γράφει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Με αυτόν τον τρόπο ο αναγνώστης αποκτά μια συνολική ιδέα για τη γραφή και κυρίως το ρεύμα του μοντερνισμού που εκδηλώθηκε ως πρώιμος μοντερνισμός με τον Ορθολογισμό και την χειραφέτηση του εγώ από τους θεσμούς και εξελίχθηκε στον μοντερνισμό που εστίασε στη γλώσσα και τις τεχνικές της, αμφισβητώντας αξίες και κανόνες, σε έναν κόσμο κατακερματισμένο όπου το πρόσωπο αιωρείται χωρίς να ξεχωρίζει από τη μάζα. Στον μοντερνισμό η αφήγηση είναι πολυεπίπεδη και πολυεστιακή, κυριαρχεί ο εσωτερικός μονόλογος και η ροή συνείδησης, η κατάργηση της αλληλουχίας των χρόνων και η αλλαγή προσώπου, από το πρώτο πρόσωπο στο τρίτο, υπάρχουν υφολογικά άλματα. Οι μεταμοντέρνοι συγγραφείς χρησιμοποιούν τις τεχνικές του μοντερνισμού και η μετάβαση, από το ένα «ρεύμα» στο άλλο, δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη- πολλοί αμφισβητούν την ύπαρξη του μεταμοντερνισμού. Ωστόσο, η βασική διαφορά του μοντερνισμού από τον μεταμοντερνισμό ιχνηλατείται στο οντολογικό στοιχείο του δεύτερου σε σχέση με τα επιστημολογικά προβλήματα και γνωστικά ερωτήματα που θέτει ο πρώτος. Ο μοντερνισμός συνεχίζει να έχει μία αμυδρή σχέση με την πραγματικότητα ενώ ο μεταμοντερνισμός διαρρηγνύει αυτή τη σχέση και καταφεύγει στη φαντασία ή ακόμη την ουτοπία. Η παράθεση πολλών απόψεων πάνω στο θέμα απηχεί και την στάση του Αριστηνού που παραμένει ανοιχτή και ταυτόχρονα «εχθρική» σε δογματισμούς.
Οι δύο πυλώνες της σκέψης του Αριστηνού, αναφορικά του άξονα των οποίων κινείται, είναι ο Παπαδιαμάντης και ο Τζόις.
Ο Αριστηνός στο δοκίμιό του μιλάει για τον ανορθόδοξο Παπαδιαμάντη, σε αντίθεση με όσους τον καταδίκασαν ως έναν «ασκητή» της ηθογραφίας. Μελετάει, ερμηνεύει και κρίνει τη γραφή του σκιαθίτη μέσα από τον λανθάνοντα ερωτισμό του, ο οποίος «διαποτίζει» τη γλώσσα.
Ο Αριστηνός, μέσα από τις εύστοχες παρατηρήσεις του με κεντρικό άξονα τη γλώσσα, αποδεικνύεται άριστος γνώστης των εννοιών της ψυχανάλυσης σε σημείο που τέμνει τη λέξη και τις υπόγειες συνδηλώσεις της με λεπτή χειρουργική ακρίβεια.
Ο συγγραφέας, επίσης, υποστηρίζει πως η γλώσσα του Παπαδιαμάντη θα πρέπει να μεταφραστεί ώστε να μπορεί να προσληφθεί από τους σημερινούς αναγνώστες. «Η γλώσσα και οι τεχνικές του Παπαδιαμάντη προοιωνίζεται τον μοντερνισμό του 20ού αιώνα με έναν τρόπο υπόκωφο, μυστικό και υπόγειο» λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό Κόκκινο και τον Μανόλη Πολέντα.
Για τα στοιχεία νεωτερικότητας στο παπαδιαμαντικό έργο (βλέπε και άρθρο της Πόλυς Χατζημανωλάκη στην εφημερίδα Αυγή  19 Ιανουαρίου 2016
Η επανένταξη των λογοτεχνικών έργων στον Κανόνα μπορεί να αποτελέσει καινοτομία το ίδιο σημαντική με ένα νέο έργο, όπως ισχυρίζονται οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας. Άλλωστε κάθε σημαντικό έργο απαντάει ερωτήματα της εποχής στην οποία διαβάζεται από τους αναγνώστες οι οποίοι το επανασημασιοδοτούν με νέες ερμηνείες σύμφωνα με τη θεωρία της πρόσληψης.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα ο Παπαδιαμάντης απιστεί στον λογοτεχνικό Κανόνα και αυτό φαίνεται στην σκηνοθεσία των επιλόγων του. (Βλ. Αριστηνός Γιώργος, « Οι επίλογοι στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη, εκδ. Δόμος, 2002). Η αποσπασματικότητα ή η μη πληρότητα για την οποία κατηγορήθηκε ο Παπαδιαμάντης τον συνδέει με το κορυφαίο έργο του Τζόις. «Αυτή η ατέλειά του τον κάνει πρόδρομο εκείνου ακριβώς του μυθιστορήματος που θα ξεσπάσει γύρω στα 1920 με τον «Οδυσσέα» του Τζόις» είχε πει ο Αριστηνός στο αφιέρωμα της Ερτ στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη με την ονομασία «Το σκοτεινό τρυγόνι». https://www.youtube.com/watch?v=dioIB5H03nM
Ο Τζόις προχωρά σε ένα ξήλωμα της γλώσσας, σε έναν κόσμο αποσυναρμολογημένο. «Ανασκολοπίζει τη μορφολογία της γλώσσας για να την ανασυστήσει σε μια τεράστια ονοματοποιία» «Θέλει να κατασκευάσει ένα novum organum, κοινό για όλους. Στόχος που ερμηνεύεται στο πλαίσιο μιας ρομαντικής ιδεολογίας» γράφει ο Αριστηνός.
Από τις πολλές και αξιόλογες κριτικές του συγγραφέα ξεχώρισα δύο τις οποίες θα αναφέρω. Ωστόσο, όλες οι κριτικές ματιές του αξίζει να διαβαστούν λεπτομερώς.
Για το βιβλίο του Μοδινού «Άγρια Δύση» γράφει  ότι αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να εντοπίσει σε αυτό τις λογοτεχνικές του αρετές,  ένας διάλογος με το ίδιο το κείμενο. Εάν η λογοτεχνικότητα ενός έργου μπορεί να οριστεί τότε συνδέεται με τη δομή και τους όρους που το διέπουν. Παράδειγμα η πλούσια τροφοδότηση των εννοιών της λογικής οργάνωσης των  αναλογιών, της συμμετρίας των αντιθέσεων, της ζεύξης των αντιφατικών ζευγών. Η ειρωνεία, η παρωδία και  η αυτοαναφορική παραπομπή στους μυθιστορηματικούς μηχανισμούς γίνονται η καταφυγή της γραφής που αδυνατεί να μιλήσει για έναν κόσμο κατακερματισμένο και γεμάτο αντιφάσεις. Η πολυφωνική ουδετερότητα που χειραφετεί τους ήρωες αλλά και ο δημιουργικός κοσμοπολιτισμός  μαζί με τη λογοτεχνική ανάδειξη της φύσης σε έναν ακόμη ήρωα και την ιδεολογική απολύμανση  προσγράφονται στις αρετές του βιβλίου.
Γράφει για τα διηγήματα του Νίκου Κουφάκη υπό τον τίτλο «Οικογενειακή πορσελάνη». «Η μυθοπλαστική εκδοχή της ελληνικής οικογένειας δεν υπακούει σε έναν εξωτερικό ψυχολογισμό αλλά σε υπόγειους ψυχολογικούς κυματισμούς, σε μια αδιόρατη συνωμοσία των αισθήσεων. Το βλέμμα υποκαθιστά σχεδόν τον διάλογο μπαίνοντας στα μύχια της ψυχής και αποφλοιώνοντας κάθε επίστρωσή της. Η «ύπουλη» γραφή του Κουφάκη καλύπτει έναν ριζοσπαστικό μοντερνισμό».
Ο Αριστηνός έγραψε και ο ίδιος το βιβλίο του με τον τρόπο ενός αφερέγγυου και πλάνη καθώς διακρίνουμε και στη δική του γλώσσα αλλά και στην ανάμιξη των ειδών στοιχεία μιας γραφής γοητευτικής που αναφέρεται στον εαυτό της.

(*) Η Νότα Χρυσίνα σπούδασε Μετάφραση και Διδασκαλία Ενηλίκων στο British Council. Απόφοιτος της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών Ε.Α.Π., απόφοιτος του μεταπτυχιακού τμήματος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στο τμήμα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Ψηφιακές Τεχνολογίες. Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Νεοελληνικής Φιλολογίας και ΔΓΡ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου